σχετικότητας, θεωρία της-

σχετικότητας, θεωρία της-
Στη φυσική είναι η θεωρία, ακριβέστερα γνωστή ως της περιορισμένης ή ειδικής σχετικότητας, που επεξεργάστηκε ο Αϊνστάιν το 1905 για να λύσει τη φαινομενική αντίφαση στην οποία είχε καταλήξει η μελέτη της ηλεκτροδυναμικής των κινουμένων σωμάτων, αντίφαση που προερχόταν από την αδυναμία της πειραματικής ανεύρεσης κάποιας διαφοράς στην ταχύτητα μετάδοσης των ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων από έναν παρατηρητή που βρίσκεται σε κίνηση ως προς το υποθετικό μέσο (*αιθέρας κοσμικός), έδρα της μετάδοσης των κυμάτων. Από τη θεωρία αυτή πρέπει να ξεχωρίσουμε τη θεωρία που διατύπωσε αργότερα ο ίδιος ο Αϊνστάιν (1912-1916), θεωρία της γενικής σχετικότητας στην οποία εξετάζονται βαθύτερα οι ιδιότητες των σωμάτων που βρίσκονται σε oποιαδήποτε επιταχυνόμενη κίνηση και ανάγονται σε μια μόνη ερμηνεία οι ιδιότητες της αδράνειας* και της βαρύτητας της ύλης. Στη βάση και των δύο αυτών θεωριών βρίσκεται η αρχή της σχετικότητας του Αϊνστάιν, που είναι επέκταση στα φυσικά φαινόμενα όλων των τύπων της αρχής της σχετικότητας του Γαλιλαίου, βασικού θεμέλιου της κλασικής μηχανικής. Επομένως στο Γαλιλαίο οφείλεται η εισαγωγή της έννοιας της σχετικότητας στη φυσική και γι’ αυτό, για την καλύτερη κατανόηση των σχετικιστικών θεωριών, πρέπει να ξεκινήσουμε από μιαν ανάλυση της αρχής που διατύπωσε αυτός.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • ενοποιημένου πεδίου, θεωρία — Θεωρία που επιζητά την ενοποίηση των ιδιοτήτων του βαρυτικού, ηλεκτρομαγνητικού και πυρηνικού πεδίου (ισχυρής και ασθενούς πυρηνικής δύναμης), έτσι ώστε όλα τα χαρακτηριστικά της να προκύπτουν από ένα σύστημα εξισώσεων. Λίγο μετά τη διατύπωση της …   Dictionary of Greek

  • θεμέλια της σχετικότητας του Αϊνστάιν — Εκτός από την κίνηση των υλικών σωμάτων, που ρυθμίζεται από τους νόμους της μηχανικής, υπάρχουν στη φύση και φαινόμενα κυματοειδούς τύπου. Ανάμεσα σ’ αυτά, τα ηχητικά κύματα μπορούν να αναχθούν σε τελευταία ανάλυση στην κίνηση των σωματιδίων… …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… …   Dictionary of Greek

  • διατήρησης, αρχή της- — Όρος που χρησιμοποιείται στη φυσική και αναφέρεται στην αρχή σύμφωνα με την οποία σε όλα τα φαινόμενα που αφορούν την εξέλιξη ενός κλειστού συστήματος στον χρόνο, ένα ή περισσότερα φυσικά μεγέθη διατηρούν σταθερή την τιμή τους. Ένας νόμος… …   Dictionary of Greek

  • ύλη — Στην ευρεία έννοια, ύ. είναι καθετί που γίνεται αντιληπτό από τις αισθήσεις μας ή, πιο γενικά, καθετί που μπορεί να μετρηθεί με οποιοδήποτε όργανο μέτρησης. Στη στενή έννοια, ύ. και μάζα ταυτίζονται: ακριβέστερα, ύ. είναι καθετί που… …   Dictionary of Greek

  • σύνδεση χημική — Λέγεται και χημικός συνδυασμός. Αντίδραση μεταξύ δύο ή περισσότερων στοιχείων με αποτέλεσμα τον σχηματισμό μιας ή περισσότερων ενώσεων. Οι νόμοι που ρυθμίζουν τις σ. αυτές ανακαλύφτηκαν αφού η χημεία, κυρίως μετά την εργασία του Λαβουαζιέ.… …   Dictionary of Greek

  • Βαρυόνια — Εκτός από τα υπερόνια ανακαλύφτηκαν άλλα σ., εφοδιασμένα ή όχι με ιδιοτυπία, τα οποία έχουν κοινή με αυτά την ιδιότητα να παράγουν, λόγω διάσπασης, ένα πρωτόνιο. Όλα αυτά τα σ. αποτελούν, μαζί με το νετρόνιο και το πρωτόνιο, την οικογένεια των… …   Dictionary of Greek

  • κβαντομηχανική — Θεωρία της μαθηματικής φυσικής που αναπτύχθηκε από την κβαντική θεωρία του Πλανκ (Nόμπελ φυσικής 1918) και εξετάζει τη μηχανική των συστημάτων σωματίων σε ατομικό και υποατομικό επίπεδο, με τη βοήθεια μεγεθών που μπορούν να μετρηθούν. Η θεωρία… …   Dictionary of Greek

  • Αϊνστάιν, Άλμπερτ — (Albert Einstein,Ουλμ Γερμανίας 1879 – Πρίνστον ΗΠΑ 1955). Γερμανός θεωρητικός φυσικός, εβραϊκής καταγωγής. Θεμελιωτής της θεωρίας της σχετικότητας, με την οποία είναι συνδεδεμένη η τεράστια φήμη που περιβάλλει το όνομά του. Γιος μικροβιομηχάνου …   Dictionary of Greek

  • μάζα — I (Κοινων.). Με τον όρο αυτό χαρακτηρίζεται μια ανθρώπινη ομάδα που καθορίζεται με ποικίλους τρόπους και η οποία, κατά κάποιον τρόπο, διαμορφώνει τη συνείδηση και τη συμπεριφορά των ατόμων που την αποτελούν. Ο όρος χρησιμοποιήθηκε ιδιαίτερα σε… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”